<% Latr = Request.QueryString("Latr") %>
 
Επικοινωνία



Walter Benjamin

Μονόδρομος

Παρουσίαση

Ο Μονόδρομος είναι από κάθε άποψη ένας σταθμός -μια στροφή- στη ζωή και τη σκέψη του Μπένγιαμιν. Οι πνευματικές του διεργασίες δεν είναι άσχετες με την προσωπικότητα των στενότερων φίλων του, της κομμουνίστριας Λεττονής ηθοποιού Άσια Λάτσις (στην οποία και αφιερώνεται το έργο), του σιωνιστή Γκέρσομ Σόλεμ, αλλά και του Μπωντλαίρ τον οποίο μελετά και μεταφράζει. Δεν είναι επίσης άσχετες με το Παρίσι που το λατρεύει και το Βερολίνο των παιδικών του χρόνων.
Επηρρεασμένος από τα κολλάζ των υπερρεαλιστών, αλλά κι από τις τυπογραφικές υπερβολές της αφίσας που είναι σαφώς πιο τελεσφόρες από την κλασική, γραμμική ανάπτυξη ενός θέματος σε βιβλίο, ο Μπένγιαμιν επιλέγει το 1928 για τον Μονόδρομο έναν τρόπο έκφρασης πιο μοντέρνο, που ταιριάζει ιδιαίτερα στη διεισδυτική του ματιά, η οποία ανασύρει νόημα από την αποκαλυπτική λεπτομέρεια και του προσφέρει ταυτόχρονα ένα ευρύ πεδίο δράσεως. Προσαρμόζει το φακό του στο σχήμα σύντομων αφορισμών για να συντομογραφήσει τις νεότευκτες μαρξιστικές του αντιλήψεις, αναμνήσεις από το αστικό του παρελθόν, αριστοτεχνικά αποδοσμένες παιδικές εμπειρίες, ταξιδιωτικές εντυπώσεις αλλά και τον βαθύ μυστικισμό μιας πεσιμιστικής αποτίμησης της ιστορίας που καθώς προχωρά, θρυμματίζεται σε ερείπια.
Τα μυστικά του ανατέλλοντος καπιταλισμού τού αποκαλύπτονται κυρίως μέσα στο πλαίσιο της μοντέρνας πόλης, στους αγχωμένους δρόμους της που οδηγούν στο πουθενά, στο χρόνο του ανθρώπου που συρρικνώνεται, στην επικοινωνία που νοσεί - πουθενά δεν διαγράφεται μια εικόνα υγιούς συνόλου.
Αποστέλλοντας μετά την έκδοση τον Μονόδρομο στον Hugo von Hofmannsthal ο Μπένγιαμιν τον παρουσιάζει εμπιστευτικά σαν "μαρτυρία μιας εσωτερικής διαμάχης". Αναζητώντας μέσα από ετερόκλιτα πολιτισμικά θραύσματα την ενότητα και το νόημα του κόσμου, προσέκρουε συνεχώς στις συρρικνώσεις του προϊόντως ανενεργού πολιτισμού που γέννησε ο καπιταλισμός, έτσι που καταστροφικά επιδεινώνεται με την πρόοδο της τεχνολογίας και το προβάδισμα του εμπορεύματος έναντι του ανθρώπου.

Η ελληνική έκδοση του κειμένου συνοδεύεται από εκτενή εισαγωγή της μεταφράστριας Νέλλης Ανδρικοπούλου για τη ζωή και το έργο του Βάλτερ Μπένγιαμιν.

Κρίσεις

"Η τεχνική του Μονόδρομου συγγενεύει με την πρακτική του παίκτη. Ίσως νά 'ναι κυρίως αυτό που σοκάρει σε τούτο το βιβλίο. Προκαλεί προδιαγεγραμμένες αμυντικές αντιδράσεις στον κατηγορούμενο αναγνώστη, για να του δείξει αμέσως πως αυτά που θέλει ν' αρνηθεί, του ήταν γνωστά από πολύ καιρό, κι ότι μόνο γι' αυτό τα αρνείται με τόσο πείσμα."

Theodor W. Adorno

"Η τεχνική του Μονόδρομου συγγενεύει με την πρακτική του παίκτη, φιγούρα με την οποία ο Μπένγιαμιν αισθανόταν μεγάλη οικείωση, καθώς μια ολόκληρη ζωή προκαλούσε την τύχη του ρισκάροντας κάθε φορά τα πάντα - σε λάθους αριθμούς. Κάτω από την παιγνιώδη και ανάλαφρη διατύπωση εντοπίζεται η ίδια πάντα γεύση της μελαγχολίας, στυφή και άγουρη."

Λίζυ Τσιριμώκου, εφ. Το Βήμα, Κυριακή 30 Μαΐου 2004

"Η εξαιρετική απόδοση του Μονόδρομου στα ελληνικά (…) μπορεί κανείς να ισχυριστεί ότι (…) αποτελεί μια τομή στην ελληνική βιβλιογραφία, όσον αφορά τον σημαντικότερο, ίσως, Γερμανό στοχαστή του Μεσοπολέμου. […] Στο Μονόδρομο παρουσιάζεται σε εκρηκτική συμπύκνωση η πορεία και η εξέλιξη της νεωτερικότητας στην αστεακή της διάσταση, η "η πόλη και η ψυχή" αποκτούν, μέσα από τα μοτίβα της καθημερινότητας, την υλικότητα των συνθηκών, αλλά και την υπέρβαση των αντιφάσεων που την χαρακτηρίζουν, διαλεκτικά και ταυτόχρονα διαισθητικά."

Κώστας Καλφόπουλος, εφ. Η Καθημερινή, Κυριακή 9 Μαΐου 2004


Απόσπασμα

ΚΙΝΕΖΙΚΑ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΑ
[…] Η δύναμη ενός εξοχικού δρόμου διαφέρει, αν τον περπατάς με τα πόδια ή αν πετάς από πάνω με το αεροπλάνο. Έτσι διαφέρει και η δύναμη του κειμένου, αν το διαβάζεις ή το αντιγράφεις. Όποιος πετά βλέπει μόνο το πώς σέρνεται ο δρόμος μέσα στο τοπίο, γι' αυτόν ακολουθεί τους ίδιους νόμους με τον χώρο που τον περιβάλλει. Μόνον αυτός που περπατα συνειδητοποιεί τη δύναμή του, κι ότι αυτός ο χώρος που για τον αεροπόρο δεν είναι παρά μια ξετυλιγμένη πεδιάδα, σε κάθε του στροφή κάνει να ξεπροβάλλουν μακρινοί ορίζοντες, όμορφες σκοπιές, ξέφωτα, προοπτικές, έτσι όπως το κάλεσμα του διοικητή βγάζει από την παράταξη τους στρατιώτες. Παρόμοια μόνο το αντιγραμμένο κείμενο κυριαρχεί στην ψυχή αυτού που ασχολείται μαζί του, ενώ ο απλός αναγνώστης ποτέ δεν γνωρίζει τα νέα εσωτερικά τοπία όπως τα διανοίγει το κείμενο, αυτός ο δρόμος μεσ' από το εσωτερικό παρθένος δάσος που συνεχώς ξαναπυκνώνει: γιατί ο αναγνώστης υπακούει στην κίνηση του εγώ του μες στην ελεύθερη αιθέρια σφαίρα της ονειροπόλησης, ενώ ο αντιγραφέας δέχεται να τον εξουσιάζει αυτή. Γι' αυτό η κινέζικη πρακτική της αντιγραφής τω βιβλίων υπήρξε απαράμιλλο εχέγγυο της λογοτεχνικής καλλιέργειας και η αντιγραφή ένα κλειδί για τα αινίγματα της Κίνας.

ΠΑΡΑΚΑΛΕΙΤΑΙ ΤΟ ΚΟΙΝΟ ΝΑ ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΕΙ ΤΙΣ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΕΣ
[…] Αν αληθεύει μια θεωρία που λέει πως η αίσθηση δεν φωλιάζει μέσα στο κεφάλι, πως ένα παράθυρο, ένα σύννεφο, ένα δέντρο δεν το αισθανόμαστε μες στο μυαλό μας, παρά στον τόπο που το αντικρίζουμε, τότε και με τη ματιά που ρίχνουμε στην αγαπημένη βρισκόμαστε έξω απ' τον εαυτό μας. Εδώ όμως βασανιστικά αγχωμένοι και συνεπαρμένοι. Τυφλωμένη σαν σμάρι πουλιών φτεροκοπά η αίσθηση μέσα στη λάμψη της γυναίκας. Κι όπως γυρεύουν προστασία τα πουλιά στις φυλλωσιές και κρύβονται στα δέντρα, έτσι οι αισθήσεις δραπετεύουν στις σκιερές ρυτίδες, στις άχαρες χειρονομίες και τ' αθέατα ψεγάδια του αγαπημένου κορμιού, όπου κουρνιάζουν ασφαλείς μες στην κρυψώνα. Και κανείς περαστικός δεν μαντεύει πως ακριβώς εδώ, μες στο λειψό, το επιλήψιμο φωλιάζει η ακαριαία ερωτική συγκίνηση του θαυμαστή.

ΜΕΓΕΘΥΝΣΕΙΣ
[…] Παιδί στα περιστρεφόμενα αλογάκια. - Η σανίδα με τα πρόθυμα ζώα περιστρέφεται λίγο ψηλότερα απ' το έδαφος. Το ύψος της είναι ό,τι πρέπει για να ονειρεύεσαι πως πετάς. Αρχίζει η μουσική, και μ' ένα τράνταγμα το παιδί ξεγλιστράει απ' τη μητέρα. Στην αρχή φοβάται να την εγκαταλείψει. Μετά όμως νιώθει πόσο πιστό είναι. Σαν άρχοντας πιστός θρονιάζεται πάνω από έναν κόσμο που του ανήκει. Στην εφαπτομένη της καμπύλης οι ντόπιοι και τα δέντρα σχηματίζουν παράταξη. Να που σε μιαν Ανατολή εμφανίζεται πάλι η μητέρα. Έπειτα ξεπροβάλλει απ' το παρθένο δάσος ένα δέντρο, όπως το είδε πριν από χιλιάδες χρόνια, όπως το είδε μόλις τώρα το παιδί στο περιστρεφόμενο αλογάκι. Το ζώο του τού είναι αφοσιωμένο: Αρίωνας σιωπηλός πάει καβάλα στο μουγκό του ψάρι, ένας ξύλινος Δίας-ταύρος το απάγει σαν την άμωμη Ευρώπη. Η αιώνια επιστροφή των πραγμάτων έχει γίνει από ώρα παιδική σοφία, κι η ζωή μια πανάρχαιη μέθη εξουσίας, με τη βουερή λατέρνα στη μέση σαν θησαυρό του χρόνου. Όταν παίζει πιο αργά, ο χώρος αρχινά να τραυλίζει και τα δέντρα αρχίζουν να βρίσκουν τα λογικά τους. […]


Εκδήλωση παρουσίασης του βιβλίου
Για περισσότερες πληροφορίες πατήστε εδώ.

Βιογραφικά στοιχεία

Ο Βάλτερ Μπένγιαμιν γεννήθηκε στο Βερολίνο το 1892. Γόνος μεγαλοαστικής εβραϊκής οικογένειας, σπουδάζει συστηματικά Φιλοσοφία στο Φράιμπουργκ, στο Βερολίνο, στο Μόναχο και στη Βέρνη.
Το 1913 επισκέπτεται για πρώτη φορά το Παρίσι που τον κατέκτησε για πάντα, και ήδη από το 1914 αρχίζει να μεταφράζει Μπωντλαίρ (η μετάφρασή του των Παρισινών εικόνων δημοσιεύονται το 1923).
Το 1915 κάνει τη γνωριμία του Γκέρσομ Σόλεμ, ένθερμου σιωνιστή, που θα γίνει ο πιο αφοσιωμένος φίλος της ζωής του. Το 1917 παντρεύεται τη Ντόρα Σοφία Πόλλακ, από σιωνιστικό περιβάλλον, και εγκαθίστανται στη Βέρνη, όπου ο Μπέγιαμιν συνεχίζει τις σπουδές του. Το 1918 γεννιέται ο γιος του Στέφαν, και το 1919 ο Μπένγιαμιν υποστηρίζει τη διδακτορική διατριβή του με θέμα Η Έννοια της κριτικής της τέχνης στον γερμανικό Ρομαντισμό. Τον ίδιο χρόνο γράφει και το εξαίρετο δοκίμιο Μοίρα και χαρακτήρας και συνδέεται με τον Ερνστ Μπλοχ. Η επιστροφή στο Βερολίνο συνοδεύεται με οικονομικά προβλήματα, αποτέλεσμα της ρήξης με τον πατέρα του και της γενικότερης πολιτικής κατάστασης.
Τον Απρίλη του 1921 ξανασυναντά και ερωτεύεται παράφορα την νεανική του φίλη Γιούλα Κον, με την οποία ταξιδεύει στο Μόναχο. Λίγο αργότερα γράφει το περίφημο δοκίμιό του για το μυθιστόρημα του Γκαίτε Εκλεκτικές συγγένειες. Ο Ούγκο φον Χόφμανσταλ, που το χαρακτηρίζει απαράμιλλο, θα το δημοσιεύσει το 1924-25. Το 1923, τη χρονιά που αρχίζει τη μελέτη του για απόκτηση υφηγησίας με θέμα Η Καταγωγή της γερμανικής Τραγωδίας, γνωρίζεται με τον Τεοντόρ Αντόρνο - που, ενώ στάθηκε σκληρός κριτικός του, ανέλαβε από το 1955 τη συγκέντρωση και την έκδοση απάντων των γραπτών του Μπένγιαμιν. Το ακαδημαϊκό περιβάλλον αδυνατεί να κατανοήσει τον πρωτότυπο τρόπο της σκέψης του που δορυφορεί συνεχώς γύρω από τη διασύνδεση της φιλοσοφικής με τη λογοτεχνική διάνοια, και ο Μπένγιαμιν αναγκάζεται, το 1925, να αποσύρει την αίτηση υφηγησίας και να ακυρώσει κάθε προοπτική ακαδημαϊκής σταδιοδρομίας. Θα ακολουθήσει έκτοτε το δρόμο του ελεύθερου στοχαστή, με συνοιδοπόρο το βιοποριστικό πρόβλημα που είναι ο μόνιμος εφιάλτης του μετά την οριστική ρήξη με τον πατέρα του το 1921 και την καταστροφή της πατρικής περιουσίας με τον πληθωρισμό, το 1923.
Το 1924, στο Κάπρι, όπου συγγράφει τη μελέτη για την Τραγωδία, σχετίζεται με την φλογερή κομμουνίστρια Λεττονή ηθοποιό Άσια Λάτσις, την τρίτη σημαντική γυναίκα της ζωής του. Η Άσια Λάτσις συνέβαλε στην εξοικείωσή του με τον μαρξισμό, και τον οδήγησε στη Μόσχα (η δίμηνη παραμονή του εκεί, Δεκέμβριος 1926-Γενάρης 1927, θα γεννήσει το έργο του Μοσχοβίτικο ημερολόγιο). Στη γυναίκα αυτή αφιερώνει το έργο του Μονόδρομος (1928).
Από το 1925 έως το 1933, ο Μπένγιαμιν ζει μια περίοδο εντατικής λογοτεχνικής παραγωγής. Δημοσιεύονται σε σημαντικά λογοτεχνικά περιοδικά οι μεγαλύτερες κριτικές μελέτες του, ενώ παράλληλα, από το 1926, αρχίζει με τον Φραντς Χέσελ τη μετάφραση του Προυστ (από την οποία θα δημοσιευθούν μόνο τα δύο πρώτα μέρη). Το λήμμα "Γκαίτε" που γράφει για τη Μεγάλη Ρωσική Εγκυκλοπαίδεια της Μόσχας, απορρίπτεται σαν υπερβολικά ριζοσπαστικό. Αρχίζει το αχανές, και τελικά ημιτελές, μείζον έργο του Passagen-Werk, φιλόδοξη μελέτη για το Παρίσι και το γαλλικό αστικό και πνευματικό τοπίο του 19ου αιώνα, και δημοσιεύει το 1932 το Παιδικά χρόνια στο Βερολίνο το 1900. To 1929 η Άσια Λάτσις τού γνωρίζει τον Μπρεχτ με τον οποίο θα τον συνδέσει, παρά τις ισχυρές διαφωνίες τους, μια στέρεα σχέση.
Με την μεγάλη οικονομική κρίση της Γερμανίας του '30 και μετά το διαζύγιό του, καταφεύγει το 1932 στην Ίμπιζα, όπου καπνίζει πειραματικά χασίσι για το βιβλίο που σκοπεύει να γράψει. Περνάει βαθύτατη κρίση, ενώ ο ναζισμός βρίσκεται σε πλήρη έξαρση. Με την επιμονή της Γκρέτελ Αντόρνο εγκαταλείπει τον Μάρτιο 1933 τη Γερμανία για το Παρίσι. Η Γαλλία γίνεται όχι μόνο η χώρα της αυτοεξορίας του, αλλά και η χώρα όπου, παρά τις αντίξοες συνθήκες, εργάζεται εντατικά για το Passagen-Werk: το 1935 στέλνει στον Αντόρνο την πρώτη εκδοχή παρουσίασης και αρχιτεκτονικής του έργου αυτού, ένα δοκίμιο που έχει τίτλο Παρίσι, πρωτεύουσα του 19ου αιώνα. Το βιβλίο των Στοών (η τελική μορφή του δοκιμίου αυτού θα γραφτεί το 1939). Δημοσιεύει το 1936 (στα γαλλικά, με τη συνδρομή του Πιερ Κλοσσόφσκι) την τρίτη μεγάλη του πραγματεία Το έργο τέχνης την εποχή της τεχνικής του αναπαραγωγιμότητας. Αρχίζει την άνοιξη του 1938 να γράφει στο Παρίσι το δοκίμιό του Το Παρίσι της Δεύτερης αυτοκρατορίας στον Μπωντλαίρ (κεντρικό θέμα του Passagen-Werk) και αποτραβιέται για να το τελειώσει στο σπίτι του Μπρεχτ, στο Σβένμποργκ της Δανίας.
Επιστρέφει στο Παρίσι τον Νοέμβρη του 1938, και οι προσπάθειές του να αποκτήσει τη γαλλική υπηκοότητα αποδεικνύονται μάταιες (οι ναζί τού αφαιρούν τη γερμανική υπηκοότητα το 1939). Με την υπογραφή της συνθήκης Χίτλερ-Στάλιν τον Αύγουστο 1939, συλλαμβάνεται και οδηγείται σε στρατόπεδο στο Νεβέρ της Γαλλίας, απ' όπου θα ελευθερωθεί μετά τρεις μήνες χάρη στις προσπάθειες της Αντριέν Μονιέ, ιδιοκτήτριας βιβλιοπωλείου και εκδότριας του Οδυσσέα του Τζόυς. Καρδιοπαθής, ετοιμάζει την αναχώρησή του για τις Ηνωμένες Πολιτείες και εμπιστεύεται τα χειρόγραφά του στον Ζωρζ Μπατάιγ που τα κρύβει, όντας διευθυντής της, στη Γαλλική Εθνική Βιβλιοθήκη. Αρχίζει την πορεία του προς τη Νότια Γαλλία με προοπτική να φτάσει, μέσα από τα Πυρηναία, στα γαλλο-ισπανικά σύνορα. Το κλείσιμο των συνόρων την ημέρα της άφιξής του προμηνύουν παράδοση στους Ναζί, και ο Μπένγιαμιν αυτοκτονεί με χάπια στο μεθοριακό γαλλικό φυλάκειο Port-Bou, τη νύχτα της 27ης Σεπτεμβρίου 1940.
Το τελευταίο έργο του Θέσεις πάνω στην έννοια της Ιστορίας (1940) γράφτηκε στο Παρίσι το 1940 και λειτουργεί σαν πνευματική του διαθήκη.
Η μπενγιαμινική προβληματική, τόσο μοναχική και ακατανόητη στην εποχή της, έχει μπολιάσει αποτελεσματικά τη σύγχρονη σκέψη σε πολλαπλά επίπεδα. Αυτός ο ανέντακτος και ο εκ πεποιθήσεως πλάνης είναι ίσως η δημοφιλέστερη μορφή της λεγόμενης Σχολής της Φραγκφούρτης.

Στις εκδόσεις Άγρα ετοιμάζεται μια τρίτομη ανθολογία από τα δοκίμια του Βάλτερ Μπέγιαμιν:
τ. Α: 1934-1940, τ. Β: 1927-1934, τ. Γ: 1916-1927.

Στην Άγρα επίσης κυκλοφορούν ήδη τα κείμενα του:
"Αποσκευάζω τη βιβλιοθήκη μου" (μτφ. Βαγγέλης Μπιτσώρης), στον τόμο Περί βιβλιοθηκών, 1993
"Παλιά παιχνίδια" και "Ρωσικά παιχνίδια" (μτφ. Ελένη Βαροπούλου), στον τόμο Κούκλες και παιχνίδια, 1996
"Αστυνομικά μυθιστορήματα, ταξιδεύοντας" και "Υπερπολυτελές επιπλωμένο διαμέρισμα δέκα δωματίων" (απόσπασμα από τον Μονόδρομο) στον τόμο Ανατομία του αστυνομικού μυθιστορήματος, 1996
και τα δοκίμια για τον Β. Μπένγιαμιν του Σάββα Μιχαήλ:
"Βάλτερ Μπένγιαμιν, Λέων Τρότσκυ, 50 χρόνια μετά", "Βάλτερ Μπένγιαμιν, Μύθος και Ιστορία", "Βάλτερ Μπένγιαμιν και Έρνστ Μπλοχ: Πέρα από το μύθο και την εκκοσμίκευση", στον τόμο Μορφές του Μεσσιανικού, 1999
"Ο Βάλτερ Μπένγιαμιν και η επαναστατική βία", στον τόμο Μορφές της περιπλάνησης, 2004

Στα ελληνικά κυκλοφόρησαν επίσης:
Δοκίμια για τον Μπρεχτ (μτφ. Ν. Κολοβός), εκδ. Πύλη, 1972
Δοκίμια για την τέχνη (μτφ. Δ. Κούρτοβικ), εκδ. Κάλβος, 1978
Ο αφηγητής (μτφ. Ου. Νταρλάντη), περιοδικό Λεβιάθαν 11 (1991)
Σαρλ Μπωντλαίρ. Ένας λυρικός στην ακμή του καπιταλισμού (μτφ. Γ. Γκουζούλης), εκδ. Αλεξάνδρεια, 1994
Δοκίμια φιλοσοφίας της γλώσσας (επιμ,. εισ., μτφ. Φ. Τερζάκης), εκδ. Νήσος, 1999


Πίσω