events image  
Επικοινωνία



invitation front
invitation back
 
ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΒΙΒΛΙΟY
ΑΡΧΕΙΟ
 
 

Ομιλία του Πέτρου Κεφάλα

Κυρία Μάτσα
Αγαπητοί φίλοι,

το βιβλίο που παρουσιάζουμε, είναι σίγουρα για το αναγνωστικό κοινό ενδιαφέρον και σημαντικό ως κατάθεση κλινικής εμπειρίας δεκαετιών.
Για εμάς όμως τους συνεργάτες της Κ. Μάτσα στη θεραπευτική ομάδα του 18ΑΝΩ στην οποία ανήκω, αποτελεί μία ευκαιρία για σκέψη κι επιπλέον επεξεργασία.
Και τούτο δείχνει την αξία του.
Στο βιβλίο επιχειρείται διεξοδικά η κλινική και θεωρητική ανάδειξη του ρόλου του πένθους στη ψυχική λειτουργία των εξαρτημένων ατόμων και των ειδικών φαινομένων της ενδοκρυπτικής ταύτισης. Η θεματική αυτή ήταν ήδη παρούσα, κρυπτικά θα έλεγα, στο νου και στα προηγούμενα βιβλία της συγγραφέως όπου εμφανίζονται σκιές, φαντάσματα, γίνεται αναφορά στην Ευρυδίκη (ο Σάββας Μιχαήλ εμφάνισε και τον Ορφέα στο επίμετρό του), που τώρα παίρνουν σάρκα και οστά κι εκφράζονται με τον λόγο.  
Πρόκειται για την διερεύνηση ενός ψυχικού μηχανισμού, που όπως σημειώνεται στην εισαγωγή του βιβλίου, συναντούμε στη λογοτεχνία αλλά και στους επιζώντες της καταστροφής, «αφού η κρύπτη είναι πάντοτε συνυφασμένη με τη σιωπή, τα κενά στην ιστορία και την αδυναμία επεξεργασίας των ατομικών και συλλογικών τραυμάτων
Αν σταθούμε καταρχήν σ’ αυτό το σημείο, βλέπουμε ότι ανάμεσα στις ανεπίστρεπτες συνέπειες της φρίκης της καταστροφής, της Soah, μαζί με μια σειρά από βαριές σωματικές βλάβες, συγκαταλέγεται και η αποτύπωση ενός μόνιμου εγγράμματος, όχι μόνο στον πήχη του χεριού, αλλά και στον ψυχισμό κάθε επιζώντος.
Το κείμενο της Κ. Μάτσα, παραπέμπει, στη μαρτυρία του Jean Amery, «πέρα από την ενοχή και την εξιλέωση», που χάρη στις εκδόσεις Άγρα έχουμε στα ελληνικά, όπου ο Amery, λέει:
«δεν θα έλεγα ότι όσο καιρό σιωπούσα είχα λησμονήσει ή ¨απωθήσει¨ τα δώδεκα χρόνια που σημάδεψαν το πεπρωμένο όχι μόνο της Γερμανίας αλλά και της ίδιας μου της ζωής. Επί δύο ολόκληρες δεκαετίες αναζητούσα τον χρόνο που ήταν αδύνατο να έχει χαθεί, μόνο που δυσκολευόμουν αφάνταστα να μιλήσω γι’ αυτό».
Μετά την απελευθέρωσή του από το Άουσβιτς, ο Amery δεν επιστρέφει στη χώρα του, ενώ αποφεύγει να μιλήσει γερμανικά. Λύνει τη σιωπή του τη δεκαετία του ‘60 χωρίς να ενδιαφέρεται τόσο για απόδοση δικαιοσύνης, όσο για τον κίνδυνο της λήθης του εγκλήματος και της απειλής που απορρέει από μια τέτοια επιλογή. Απορεί ο Améry βλέποντας έναν ολόκληρο λαό να μην είναι διατεθειμένος να αναλογιστεί το παρελθόν του και να αναλάβει τις ευθύνες του. Όμως, με την ολοκλήρωση του δοκιμίου για το Άουσβιτς φαίνεται πως είχαν λυθεί τα μάγια, ξάφνου τα πάντα ήθελαν να ειπωθούν. Για τον τρόπο που η γραφή απελευθερώνει τη μνήμη έχουν μιλήσει κι άλλοι συγγραφείς επιζώντες ναζιστικών στρατοπέδων και ιδιαίτερα ο Χόρχε Σεμπρούν, πολιτικός κρατούμενος στο Μπούχενβαλντ, που αφιέρωσε σημαντικότατο έργο σ’ αυτή την εμπειρία και τη μνήμη της.

Στο ατομικό επίπεδο, το άτομο αγνοεί ότι είναι φορέας αυτού του ιδίου εντελώς ειδικού μηχανισμού που αποκαλούμε ενδοκρυπτική ταύτιση και «που συνίσταται στο να ανταλλάξει το υποκείμενο την ίδια του την ταυτότητα με μία φαντασιακή ταύτιση μ’ ένα πέραν του τάφου αντικείμενο», κι επομένως αδυνατεί να τον αναλάβει και να μιλήσει γι’ αυτόν. Κάτω από την αφόρητη ενεργειακή εσωτερική πίεση που αδυνατεί να συγκρατήσει και να διεργασία ψυχικά, υιοθετεί συμπεριφορές κινδύνου στην κατακριτέα κοινωνικά εκδοχή τους και που στερούνται αναπαραστατικού περιεχομένου: παραβατικές συμπεριφορές, εξαρτήσεις από ναρκωτικά, αυτοκτονία.
Για το ασυνείδητο σύστημα όμως, «που δομείται με κύρια αναφορά τον ευνουχισμό» και δεν γνωρίζει ούτε άρνηση ούτε θάνατο, η έννοια του θανάτου αφορά απλά έναν άλλο τρόπο ύπαρξης και μία άλλη τάξη πραγμάτων. Τούτο αποτελεί και την μεγάλη πρωτοτυπία της φροϋδικής σκέψης που αναπτύσσει η συγγραφέας, διότι «με το δυναμικό ασυνείδητο, για πρώτη φορά λέγεται ότι υπάρχει κάτι μέσα στο ανθρώπινο ον όπου ο βιολογικός θάνατος δεν έχει θέση».
Όταν λοιπόν μιλούμε για τον θάνατο στην κλινική, αναφερόμαστε στον ψυχικό θάνατο και τα θανατηφόρα φαινόμενα που συναντούμε στην κλινική όπως την αποσύνδεση, τον καταναγκασμός της επανάληψης, την αρνητική θεραπευτική αντίδραση κι όλες τις «ψυχικές εκφράσεις της καταστροφικότητας, τις ψυχικές κινήσεις αποεπενδύσεων και αποσυνδέσεων, εκείνες που μας οδηγούν σε απόσυρση και κυρίως σε θυσίες δυνατοτήτων του εαυτού μας κάτω από την πίεση επαναληπτικών εκφορτίσεων ή και συντριπτικών εσωτερικών υπεργωτικών απαιτήσεων.»  
Ας μη γελιόμαστε λοιπόν από τον τίτλο του βιβλίου. Πρόκειται για μία μελέτη που όπως λέει η ίδια η συγγραφέας, «διερευνώντας το πεδίο του θανάτου, υπηρετούμε την ζωή
Ο στόχος είναι και παραμένει για την Κ. Μάτσα η διαρκής βελτίωση της θεραπευτικής παρέμβασης και «η συμβολή στη διάλυση του μύθου του ανίατου τοξικομανή
Ο αναγνώστης θα παρατηρήσει αμέσως ότι σε κάποιες από τις περιπτώσεις που η συγγραφέας αναφέρει, διακόπτουν την θεραπευτική τους πορεία, επιστρέφουν στη χρήση κι οδηγούνται ακόμα και στο όριο του βιολογικού θανάτου που μπορεί να εμφανιστεί με την μορφή ενός overdose και συχνά αποτελεί μία καλυμμένη αυτοκτονία. Κάποιοι θα μιλούσαν βιαστικά για θεραπευτική αποτυχία. Αυτό το σημείο, από την πλευρά της τεχνικής, θα χρειαζόταν ένα ολόκληρο σεμινάριο για να συζητηθεί με βάση τις περιπτώσεις που παρουσιάζονται. Πιστεύω όμως ότι για την Κ. Μάτσα, εκτός από το ζήτημα της «επιλογής» του τοξικομανή, πρόκειται ακόμα κι εκεί, στα άκρα, για μία αχτίδα ζωής, αν σκεφθούμε μαζί της ότι η οδύνη που συνοδεύει τη ζωή του χρήστη αποτελεί συγχρόνως επένδυση. Επένδυση δυσάρεστη βέβαια για τη συνείδηση, αλλά όχι για άλλα στρώματα του ψυχισμού. «Η οδύνη μπορεί να εγγυάται την ύπαρξη, δηλαδή τη ζωή, εν σχέση με τον κίνδυνο του θανάτου, όπως μπορεί να είναι εγχείρημα ελέγχου της ζωής μέσα από την αλληλουχία απώλειας εαυτού κι επανεύρεσης του. Το βίωμα του πόνου είναι εχέγγυο κεντρίσματος ζωής.» 
Τότε ξεκινά μια άλλη ιστορία, ο πόνος του ατόμου που αποφασίζει να απεξαρτηθεί. Στο στάδιο αυτό, «το μη λεχθέν του εξαρτημένου ίσως είναι το δύσκολο ερώτημα που δεν τολμά να κάνει στον θεραπευτή του κι ο θεραπευτής του δεν τολμά να ακούσει: γιατί, εσείς, που αρνείστε την ιδιότητά μου, φοβάστε να καταπιείτε αυτό το προïόν» και μαζί μ’ αυτό να πραγματοποιηθεί κάτι που δεν έχει νόημα παρά μόνο μεταφορικά: για να μην καταπιούμε την απώλεια, καταπίνουμε το απολεσθέν με τη μορφή ενός αντικειμένου, κατά τους Abraham και Torok.
Με τον όρο «απώλεια του αντικειμένου» δεν εννοούμε μόνο την εξαφάνιση του τάδε προσώπου, ούτε τον χωρισμό ή την ρήξη ενός δεσμού. Εννοούμε το ειδικό αποτέλεσμα ενός οποιουδήποτε ανάλογου συμβάντος που επηρεάζει την ίδια τη συνοχή του ψυχισμού κι οδηγεί στην αποδιοργάνωσή του, όπως ακριβώς την περιγράφει στις κλινικές  της  αναφορές η Μάτσα.
Απέναντι στις περιπτώσεις που φέρουν την ταμπέλα της τοξικομανίας ο κλινικός μπορεί να βρεθεί σε δύσκολη θέση, ενώ συχνά οι  χρήστες παραμένουν ανέπαφοι  από τα θεραπευτικά σχέδια και προσδοκίες και συχνά στρέφονται σε θεραπείες και «προγράμματα» συμπεριφορικά και παντοδυναμικά. Σίγουρα η αποτοξίνωση σε θεσμικό περιβάλλον, η φαρμακευτική ψυχιατρική αντιμετώπιση και οι εκπαιδευτικές και συμπεριφορικές τεχνικές είναι πολλές φορές οι μόνες δυνατότητες που ανοίγονται για τις πιο δύσκολες περιπτώσεις, είναι όμως βραχύχρονης αποτελεσματικότητας γιατί αναπαράγουν εν μέρει τις ελλείψεις του συναισθηματικού δεσμού, την έλλειψη ψυχικής αναπαράστασης των δυσκολιών και συντηρούν τις διαψεύσεις και την καταφυγή στις συμπεριφορές.

Στο τελευταίο κεφάλαιο για την θεραπευτική αντιμετώπιση, η Μάτσα αναλύει τις προϋποθέσεις και τις απαιτήσεις της εργασίας που χρειάζεται για να αποκρυπτογραφηθεί το περιεχόμενο της κρύπτης και η θεραπευτική σχέση αποτελεί το μοναδικό μέσον. Η θεραπευτική σχέση που όμως θα εγκατασταθεί αναπόφευκτα θα ενταχθεί στην δυναμική της επανάληψης που πρέπει να μετατραπεί σε εργαλείο στην υπηρεσία της ψυχικής αλλαγής.
Αντιμετωπίζουμε καταστάσεις κατά τις οποίες μπορεί να κυριαρχήσουν στη δυναμική οι θεραπευτικές συσκοτίσεις (των υποτροπών, των χειριστικών συμπεριφορών, της κατάργησης του θεραπευτικού πλαισίου) που σχετίζονται με την προβληματική του μη λεχθέντος και να παραπλανήσουν ακόμα και την Μονάδα ολόκληρη. Αυτές οι καταστάσεις που είναι συνυφασμένες με τις εκφράσεις της παντοδυναμίας, «θέτουν σε δοκιμασία την θεραπευτική μας μετριοφροσύνη και μπορεί να συμβεί ο θεραπευτής να προσφύγει κι αυτός στην παντοδυναμία, όταν δεν μπορεί να αποδεχτεί την ματαιωτική θεραπευτική πραγματικότητα» ή ότι αποτυγχάνει να είναι τόσο καλός θεραπευτής όσο εξιδανικευτικά θα επιθυμούσε ο ίδιος και ο ασθενής του. Εκείνο που κυρίως διαφαίνεται όμως από την εργασία της Μάτσα είναι ότι η μεγαλύτερη θεραπευτική δυσκολία έγκειται στο να καταφέρει ο θεραπευτής να δεχθεί να μπει φαντασιωτικά στην θέση που ο ασθενής του επιφυλάσσει, «ακόμα και την πιο υποτιμητική στο επίπεδο των φαντασιώσεών του, για να αρχίσει τότε η εργασία του αρνητικού» που τελικά θα επιτρέψει στον ασθενή να ζήσει και να σκεφτεί διαφορετικά το παρελθόν.

 

Ένας νέος μου άφησε προ ημερών πάνω στο γραφείο το εξής σημείωμα:
«φέρνω στο μυαλό μου την αποτυχία και βυθίζομαι σ’ αυτήν, ξέροντας πως η λύση είναι να κοιτάξω τα θέλω μου κι αυτό που λέει η καρδιά μου. Φοβάμαι να κάνω την αρχή και δεν ξέρω γιατί. Είναι τι με κάνει  να κάνω συνέχεια το ίδιο βήμα πίσω και να μένω στάσιμος συνέχεια. Αν είχα μια ευχή θα ήταν να ακούσω τα ίδια μου τα λόγια και να γίνω καλά.» 

Δυστυχώς υπάρχουν πολλοί νέοι που θέλουν να αφεθούν και να αλωθούν.
«Ούτε μπρος θέλουν να κοιτάξουν, ούτε πίσω.»   
Πολλοί όμως παλεύουν να διαχειριστούν το πρόβλημα και ζητούν συμπαράσταση για την προσπάθεια. Η Κατερίνα Μάτσα ανήκει σ’ αυτούς που αγωνίζονται μαζί τους κι αυτόν τον σκληρό θεραπευτικό αγώνα περιγράφει στο βιβλίο της.
Την ευχαριστούμε.   

 

σελ 12

Βαρών-Βασάρ, Ο, στο Σύγχρονα Θέματα, 114, 2011, σελ, 96-101.
Ευχαριστίες στον Θ. Τζαβάρα για την βιβλιογραφική υπόδειξη.

σελ 69

de M’Uzan, M., Προλεγόμενα στο «Στα σύνορα ζωής και θανάτου», επιμ. Γ. Σταθόπουλος, εκδ. Μετά 2011, σελ 11

de M’Uzan, M, συνέντευξη στον Π. Κεφάλα, 2011 (υπό έκδοση)

Ποταμιάνου, Α.: Μονοπάτια Θανάτου. Στίξεις και Αντιστίξεις. Ίκαρος 2007, σελ. 14-15

σελ 25

Σελ 14

Ποταμιάνου, Α.: «Τα εναντίον εαυτού», εκδ. Μετά, 2008, σελ 118

Ολιβενστάιν, Κ.:  «Το μη λεχθέν των συναισθημάτων», Κέδρος, 1987, σελ 132

Σαββόπουλος, Σ.: «Το τραυματικό στον έφηβο τοξικομανή και οι συμπεριφορές κινδύνου», στο:
«Η εξαρτητική διαδικασία» (επιμ. Μ.Μαρινοπούλου, Π.Κεφάλας), Χατζηνικολή, 2004, σελ. 139

όπ

Ποταμιάνου, Α., όπ, σελ 119